η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της

Λήθη


Ρυθμοχώρα στους ιστούς σου πιάνεις 
και τα πιο ανήσυχα ζουζούνια 
τα κάνεις να ξεχνούν για πού ξεκίνησαν 
και ποια μελωδία τα έφερε μέχρι εδώ. 

Αριθμοχώρα οι πλανήτες σου ρουφούν 
και τα πιο εξελιγμένα διαστημόπλοια 
τα κάνουν να ξεχνούν τα εκτός πεδίου 
και πως εδώ ήρθαν μόνο για ένα πέρασμα. 

Αλγοριθμοχώρα ξέχασες ποια είσαι 
ποιες νύμφες θώπευαν εκείνους που σε βρήκαν 
ποιες νύχτες λιάζονταν στις καλαμόλιμνές σου 
και τις πιο φωτεινές εκστάσεις σβήνεις, 

παίρνεις ζωή μόνο από μας που σε αψηφούμε 
και με τ’ αμπάρια μας γεμάτα με λωτούς 
και στα κατάρτια μας δεμένες τις Σειρήνες 
κουρσεύουμε τις λαμπερές σου πόλεις.

ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΗΜΕΡΑ

Πασχάλισε κι ο τόπος
τούτη τη μέρα που 'στησε ο ήλιος πανηγύρι
αναστημένη μέρα
όπου χορεύει λούλουδο με ελαφρό αέρα
και το πουλί φωλεύεται
στο νιόγενο τ'αυγό του
άλλο πουλί
ήλιο ρουφάει στα πράσινα φτερά του
καθώς πλέει ανάλαφρο μες την ανθοχαρά του
σε εωδιαστής μιας Άνοιξης κατάλευκη γαλήνη
και στην ψυχή του κλείνει
την ομορφιά
τη λησμονιά
το φως και την ακτίδα
για νια ζωή
για νια ψυχή
για νια χαρά κι ελπίδα
για κόσμο έναν πιο φωτεινό σε αγάπη πιο μεγάλο
για ένα κελάηδημα απαλό για μαγικό ένα λάλο.


ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ

Εδώ που τα λέμε 
δεν είναι δική μας υπόθεση
το νύχτιο βλέμμα του δεσμοφύλακα.

Εμάς μας νοιάζει
η φιλοσκέπαστη ματιά των συντρόφων
που δείχνει ξέθωρο τον πόθο
άνανθα τα παρτέρια
και σκέλεθρη την σκέψη.

Η αλλοτρίωση.

Το ξερονήσι στην κόρη των ματιών τους.

Η εξορία.

Κορφολογώ ολημερίς  αφρούς κυμάτων

Η ίριδα αντανακλά ολόλευκα βότσαλα

Και προσδοκώ
Ανάσταση νεκρών κι απόλυση Εξορίστων.



ΑΠΟΦΑΣΗ

Όταν τόσο κατάφωρα το δίκαιο πατιέται,
όταν τόσο κατάφωρα χτυπιέται η ζωή,
αιχμάλωτος πώς στέκεσαι στο φόβο, στην οργή;

Ενοχικός κι αδύναμος συνήθισες να τρέμεις,
να φοβάσαι, να γονατίζεις και να υποχωρείς.
Έτσι ο φόβος σ’εκφυλίζει και  σκλάβο σε βαφτίζει.

Χρόνια αγόραζες το παραμύθι τους.
Χρόνια σου βάλανε θηλιά ,που τώρα σφίγγει.
Ξέρανε καλά να μαδάνε την ελπίδα σιγά-σιγά και σταθερά.
Χωρίς ελπίδα η ζωή διόλου δεν προχωρά…

Τώρα σου πρέπει απόφαση, που τη ζωή αψηφά,
που ξεπερνά συμβάσεις κι οπτικές του χθες
και κάνει απόφαση ζωής τη λευτεριά.
Αρκεί μόνο τη φωτεινή γραμμή του ήλιου
πού ’χεις μέσα σου να ’βρεις,
αυτή που σε ενώνει με τους άλλους.
Τότε θα ανταμώσεις στο φως την ελπίδα.

Κι όταν μέσα σου επισυμβεί το θαύμα,
τότε όλα τ’ αδύνατα, θα γίνουν δυνατά.

ΕΚΠΟΙΗΣΗ

Ο παράδεισος κατέληξε
στο καφενεδάκι της γειτονιάς
και το τελευταίο χαμόγελο το στήσαμε κάδρο στον τοίχο.
Τα παλιά μας όνειρα τα γυρίσαμε στο φλυτζάνι
και με την πρώτη μας χίμαιρα 
βάψαμε τα χείλη μας να φαντάζουν.
Αφεθήκαμε στο καραβάκι της γραμμής
σε ατέλειωτα πηγαινέλα.
Βασανίζουμε το μοναδικό μας Πόθο
σε αδέξιες συνουσίες μέχρι να μας μισέψει

Κι αφουγκραζόμαστε την έρημη νύχτα που θα εναλλάσσεται...

Εμείς,
από κακή συγκυρία
ένα αζήτητο δέμα

σ ένα χώρο, που δηλώνει

Εκποίηση...


 Από τη συλλογή του Δημήτρη Μπρούχου «ΝΕΚΡΟ ΣΗΜΕΙΟ ή  Η ΕΒΔΟΜΗ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ»
(εκδ. «Θεσσαλονίκη», 1985)

ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΗ ΒΡΟΧΗ

Δε ζητάω πολλά
μόνο μια βροχή ανοιξιάτικη
που θα σου φέρει ξανά στο νου
ζωηρά χρώματα και δυνατούς ήχους.

Εκείνο το βράδυ με δυσκόλευε πολύ η μουσική
ενώ εσύ στεκόσουν στην άκρη του δωματίου
και κοίταζες με αφέλεια τις κινήσεις των παιδιών.
Ήσουν κι εσύ παιδί
μα πάντα προτιμούσες τη σιωπή.
Μιλούσες με τις άκρες των δαχτύλων
καθώς αιωρούσες τα χέρια σου αναίτια.
«Η βροχή έχει ήχο
η βροχή έχει χρώματα» έλεγες.
Μα η ζωή σου είναι βροχή στεγνή
μια καθιερωμένη τελετή
χωρίς μέτρο και ομοιοκαταληξίες
χωρίς την παρουσία μας στους κύκλους των ματιών σου.
Μήπως εσύ μας αγνοείς
ή εμείς σε περιφρονούμε;
Έχουμε πια αποβάλει
εκείνη τη μικρή δειλία που αισθανόμασταν
όταν μαδούσαμε τις μαργαρίτες
όταν κοιτάζαμε το δειλινό να σκεπάζει την πόλη˙
την πόλη που την ήξερες πιο καλά από μας
ενώ για εκείνη ήσουν ανεπιθύμητη.
Τώρα πια δεν υπολογίζουμε τη φρίκη
στο αντίκρισμα της πρώιμης απογοήτευσης.
Οι κίνδυνοι είναι ανίσχυροι
για να εισβάλουν σε φλέβες αλλιώτικες
που η ροή του αίματος έχει λοξή διεύθυνση˙
εκεί μέσα είμαστε μα δεν πνιγόμαστε
γιατί το αίμα μας εκβάλλει στη δική σου οπτασία.

Αν κάποτε αγαπήσεις τη βροχή
πρόσεξε μην την εξαντλήσεις…


Από τη συλλογή '' Ο σκοπευτής της μνήμης '' του Γιώργου Γκανέλη (εκδ. Στοχαστής, 2013).

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης