η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της

ΥΜΝΟΣ ΣΤΟ ΡΟΔΟ-ΠΕΤΑΛΟ

Τριάντα ή πενήντα,
όσα κι αν είναι,
ηδονικά μπλέκονται
το ΄να μες στ’ άλλο,
σαν σώματα σ’ ερωτικό χορό.
Σφιχταγκαλιάζονται,
με μια τεχνοτροπία
που μόνο θεϊκή δύναται να ‘ναι.
Και γεννούν εσένα, ρόδο –δώρο Θεού.

To βελούδο τους,
βάλσαμο σε αφή και όραση.
Και το βαθυπόρφυρο χρώμα τους,
προσφέροντας σπονδή
σε μια τρίτη αίσθηση,
σαν της Θείας Κοινωνίας το γλυκό κρασί
θα μεταλάβω.
Και ας μεθύσω.
Γιατί, για να μεθάς
τ’ ανθρώπου τις αισθήσεις,
ρόδο μου εσύ,
του Θεού Έρωτα
χαμόγελο,
δεν είσαι άλλωστε πλασμένο;

Σαν τ’ αγιωργίτικο κρασί μεθυστική
είναι η ευωδιά σου,
κι αντάμα τρυφερή,
σαν του ροδόλουστου μωρού τη μυρωδιά.
Μα απ’ όλα
ο αισθησιασμός
είν’ η ύψιστη της χάρη·
ωσάν αυτόν που εκπέμπει
το άρωμα της γυναικείας σάρκας.

Πόσο σ’ αγάπησ’ ο Θεός αλήθεια,
για να σε φτιάξει βασιλιά αιώνιο!
Δεν άφησε πίσω
δράμι απ’ τη σοφία Του
όταν σε έπλαθε,
με προσοχή περίσσια,
προικίζοντάς σε
με μια κομψότητα απλή
και μιαν ακόμα πιο απλή
κι αληθινά αριστοκρατική όψη,
χωρίς υπερβολές και περιττά φτιασίδια
γι’ ανώφελους εντυπωσιασμούς.
Για στέμμα,
να σου φορέσει διάλεξε
ένα τέτοιο κάλλος,
που όμοιό του δεν θά βρεις πουθενά.

Εσύ, άνθος πανέμορφο με τα τριάντα τόσα φύλλα σου,
που στην καρδιά
με τα κλειστά ή τ’ ανοιχτά της φυλλοκάρδια
μοιάζεις,
είσαι ο βασιλιάς
που ανήκει στον καθένα:
φτωχό ή πλούσιο,
γέρο ή νέο.
Ο βασιλιάς που βασιλεύει
και στα σαλόνια μέσα,
με τα μεταξωτά και τα μαλαματένια,
μα και στης καλύβας τον μπαξέ,
ή ολομόναχός του
μέσα στην άγρια φύση.
Άλλον βασιλιά τόσο απλό,
και κτήμα προσωπικό του κάθε ανθρώπου,
δεν ματαγνώρισα ποτέ.

Και αν αγκάθια περιβάλλουν τον κορμό σου,
γνωστό τοις πάσι
πως κανέναν δεν τρυπάς,
εάν δεν σε πειράξει.
Ο Θεός τα πάντα
εν σοφία εποίησε.
Και την ομορφιά
δε δύνασαι ποτέ
ανυπεράσπιστή να την αφήσεις.

Μα για μιαν τέτοιαν ομορφιά,
ας χύσω και το αίμα μου…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης